Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017

ΠΑΙΧΝΙΔΟΤΟΠΟΣ Τραύμα για 9 μήνες και 3 εποχές

(… ένα σύμπαν λέξεων που μιλούν για Πόλεμο, Μνήμη, Λάφυρα στα Όρια Άνοιξης…) 

Ο ΠΑΙΧΝΙΔΟΤΟΠΟΣ του Γιώργου Αλισάνογλου, είναι μια ποιητική σύνθεση που αποτελείται από τέσσερις ενότητες:

ΠΟΛΕΜΟΣ,   ΜΝΗΜΗ,   ΛΑΦΥΡΑ,   ΟΡΙΑ ΑΝΟΙΞΗΣ.  

Ο υπότιτλος ΤΡΑΥΜΑ για 9 μήνες και 3 εποχές προοικονομεί την κυοφορία της δημιουργίας και τη γέννηση ως «τραύμα» προϊδεάζοντάς μας για το όλο σκηνικό:

μια μητέρα κυοφορεί το μωρό της, που είναι ο αφηγητής.

Στη διάρκεια αυτής της κυοφορίας η Γυναίκα - Μητέρα περιδιαβαίνει τα ερείπια της Ευρώπης καταγράφοντας

εξωτερικούς και εσωτερικούς πολέμους,

την αποτυχία των ουτοπιών και των επαναστάσεων,

συνομιλώντας συγχρόνως με τη Μνήμη, δηλαδή την Ιστορία και την Τέχνη.  

Το ποιητικό εγώ - βρέφος ή  ο ποιητής ως έμβρυο,

το έμβρυο ως ποίημα και τα ποιήματα ως έμβρυα,

υπάρχουν σε όλο το έργο, τις περισσότερες φορές διακρίνονται δύσκολα, καθώς μεσολαβούν πλήθος ετερόκλητων στοιχείων – λέξεων – σημασιών -συμβολισμών.

«Εκείνο το παιδί στο όνειρο γνώριζε την αλήθεια αυτού του παλιού μύθου

έτσι όπως τον ξεφλούδιζε στίχο - στίχο αποκάλυπτε τον κόσμο…

Εκείνο το παιδί ανακάλυπτε την άνοιξη σαν να μην την είχε ανακαλύψει κανένας πριν»!..

Ο αφηγητής γεννιέται στα Όρια της Άνοιξης, στο μεσοδιάστημα ζωής και θανάτου.

Προσπαθεί να μιλήσει, να καταγράψει όσα μπορεί.

Το πιο ενδιαφέρον και συναρπαστικό στοιχείο σ’ αυτή τη συλλογή είναι το Παιχνίδι του ποιητή με τις Λέξεις (εξ ου και ο τίτλος).

Η Διώνη Δημητριάδου, θεωρώντας την Ποίηση «έναν ατέλειωτο παιχνιδότοπο λέξεων», σχολιάζει την «παιγνιώδη» διάθεση του Αλισάνογλου:

«ο ποιητής σκορπά τις λέξεις του και τις αφήνει -κατάφορτες νοήματος- να σχηματίσουν τις νέες προτάσεις. Ίσως μόνον έτσι μπορεί να αφηγηθεί την ιστορία της δημιουργίας, αυτή την επίπονη διαδικασία γέννησης, που κυοφορείται σαν ένα τραύμα για 9 μήνες και 3 εποχές  προκειμένου να προκύψει η ποθητή συνέχεια των όντων.

Μια κυοφορία της νέας ζωής, που πατάει γερά πάνω στο ρεαλιστικό σκηνικό της ήδη διαμορφωμένης ζωής, με τις διαψεύσεις, τις απώλειες, τις συνεχείς εκπτώσεις αξιών και τα ψευδή χαρακτηριστικά των προσώπων…

Ο Γιώργος Αλισάνογλου με τον Παιχνιδότοπο προσανατολίζει την ποίηση στην πρωταρχική της αξία, όχι μόνο γιατί ανατέμνει την ουσία της ύπαρξης αλλά και γιατί δείχνει ότι ο ποιητικός λόγος μπορεί να είναι καινοτόμος στη θέαση του κόσμου με μια φιλοσοφική στάση που καλεί σε ενεργό προβληματισμό.

Με δεδομένη, ωστόσο, τη ρεαλιστική συνθήκη: από τη μια η σκληρή πραγματικότητα και από την άλλη η ποιητική της ανάγνωση:

Να θυμάσαι, είμαστε ολομόναχοι όταν είμαστε με την ποίηση».

Παρακάτω ανθολογούνται αντιπροσωπευτικά δείγματα και από τις 4 ενότητες της συλλογής που «φωτίζονται», εμβόλιμα, από ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις και σχόλια αντλημένες από τις παρακάτω δημοσιευμένες κριτικές: Πέτρος Γκολίτσης, Κλιμακώσεις του Άλεκτου (στην Εφημερίδα των Συνατκτών),

Γωγοπούλου Ανδρονίκη, Υπάρχει πάντα μια φυγή (περιοδικό Θευθ),

Διώνη Δημητριάδου, Η πρωταρχική αξία των λέξεων (Fractal),

Σωτηρία Καλασαρίδου, Για τον Παχνιδότοπο του Γιώργου Αλισάνογλου (Φρέαρ),

Γιώργος Λίλλης, Σοβαρό παιχνίδι με τις λέξεις (Literature)

και Μαρίνος Διονύσης, Άνθρωπε ιδού ο κόσμος σου (Fractal) – ART by Marcel Caram Digital art





ΕΝΑΣ ΠΑΙΧΝΙΔΟΤΟΠΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΣΦΕΡΕΤΑΙ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ:

Το ότι δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιο παιχνίδι γίνεται αμέσως φανερό από τον υπότιτλο του βιβλίου: τραύμα για εννέα μήνες και 3 εποχές. Η Σωτηρία Καλασαρίδου σχολιάζοντας τίτλο και υπότιτλο του βιβλίου αναρωτιέται: «Πρόκειται για μια περίοδο δηλαδή ισόχρονη με την ανθρώπινη κύηση και τόσο επώδυνη όσο η έλευση κάθε ανθρώπινης ύπαρξης στον αφιλόξενο κόσμο ή μήπως τόσο τραυματική όσο η γέννηση ενός ποιητή μέσα από την επίπονη διαδικασία της ποιητικής δημιουργίας που επιδεινώνεται όσο η φθορά και ο πόλεμος δεν έχουν ημερομηνία λήξης αλλά ανανεώνονται ατέρμονα διαγράφοντας επάλληλους κύκλους;»

Η σύνθεση ξεκινάει με τον ΠΟΛΕΜΟ (τίτλος της πρώτης ενότητας), που φέρνει στο νου το «Πόλεμος πάντων πατήρ» του Ηράκλειτου. Μια κόλαση ανάμεσά μας, διαβλέπει ο Διονύσιος Μαρίνος στην κριτική του. Γιατί μια εποχή στην Κόλαση είναι ο Πόλεμος: «για εννέα μήνες και τρεις εποχές που θα γεννήσουν ζωή, που θα γεννήσουν πόλεμο, που θα γεννήσουν Κόλαση. Γιατί ο Σιοράν, όταν το έλεγε το εννοούσε: «Χωρίς Κόλαση, ούτε οι αυταπάτες δεν είναι δυνατές». Πάνω από τις πόλεις του κόσμου, η πορφύρα του χαμού. Η ημέρα σαν διακοσμητικό στοιχείο, παλαιωμένο. Η νύχτα υπερέχει και δεν συμφέρει. Είναι η νύχτα που έπεσε ο κόσμος μέσα. Οδηγός η προμετωπίδα από το βιβλίο Ο Δρόμος του Κόρνακ ΜακΚάρθυ: «Στα όνειρά του η χλωμή του νύφη ερχόταν να τον βρει προβάλλοντας από μια καταπράσινη φυλλωσιά. Οι ρώγες της πορσελάνινες και τα πλευρά της βαμμένα λευκά. Το χαμόγελό της, τα χαμηλωμένα μάτια της. Το πρωί χιόνιζε πάλι. Χάντρες μικροσκοπικού γκρι πάγου παράλληλα με τα καλώδια πάνω τους…»

 

ΠΡΙΝ, ΗΤΑΝ ΠΛΗΓΗ… (σελ. 11)

που γέννησε αίμα που γέννησε ροή που γέννησε βλέμμα

που γέννησε τρέλα που γέννησε γη που γέννησε ψέμα που

γέννησε φυγή που γέννησε ρέμα που γέννησε εποχή

 

όνειρο, κάποιου άλλου που έμοιαζε τόσο υπέροχα με το δικό σου τραύμα

μακριά, τόσο κοντά, ο σκοτεινός ανοιχτός κόσμος

που ήρθε νωρίς, που έχει τόσο πολύ αργήσει

 

[ULYSSES / CIRCE]

(… συνήθως τα ποιήματα σε τίποτα δεν χρησιμεύουν

παρά μόνον ως πρόσκαιρα αναχώματα…)

Η μητέρα μου είναι μετανάστης

κρατάει στο μυαλό της την επινόηση

ενός ποιήματος

που πάντα έρχεται πολύ αργά

εγώ λέει είμαι υπόλοιπο μιας επινόησης

που δεν πραγματώθηκε ακόμη

αν όμως κάποτε εμφανιστώ ως δημιούργημα

η μητέρα λέει θα είμαι ποίημα

μια ρωγμή στην απελπισία της

όμως πιθανόν τότε να μην έχω καμιά

άλλη χρησιμότητα

γιατί συνήθως τα ποιήματα σε τίποτε

δεν χρησιμεύουν παρά μόνον ως πρόσκαιρα αναχώματα

σε μια  -ήδη ξεπερασμένη-

στιγμιαία σύγκρουση με τον εαυτό μας

η μητέρα λέει πως

τότε θα αναγκαστώ να σκοτώσω τη μητέρα

μιας και καταργώντας τον ποιητή

εμφανίζεται η ποίηαη

όμως λέει επίσης

πως ποτέ δεν υπήρξε αληθινή ποίηση

έτσι, γράφοντας αυτά τα λόγια

απλώς μαθαίνω να σκιαγραφώ

το αντίπαλο δέος

των συντριπτικών συγκρούσεων μου

η μητέρα λέει, αυτή

είναι μια καλή άσκηση

για να διαχωρίσουμε τους ρόλους μας

να πάψει να με φωνάζει Κίρκη

να πάψω να τη λέω Οδυσσέα

 

[Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΟ]   σελ. 15

Η μητέρα μου μια οποιαδήποτε γυναίκα

που δραπέτευσε από το βασίλειο της Τροίας

μια οποιαδήποτε γυναίκα που δραπέτευσε

από το βασίλειο της Δανιμαρκίας

η μητέρα μου, δραπέτευσε από το βασίλειο της Γαλλίας

 

τραυματίστηκε στον εμφύλιο της Αυστρίας

φυλακίστηκε στον εμφύλιο της Ισπανίας

σκοτώθηκε στον εμφύλιο της Ουκρανίας

η μητέρα μου

 

ήταν Ελένη, Οφηλία, Μαρία Αντουανέτα,

ήταν Θηρεσία, Αραγονία, Οξάνα, Κίρκη, Πηνελόπη,

Πανθεσίλεια, Λευκοθέα

η μητέρα μου

 

ακολουθεί τους κύκλους του αίματος των προγόνων της

διεκδικεί το μερίδιό της στον κόσμο

διασχίζει νεκρή τις κάμαρες του Μπίρκεναου

 

κανένας ρόλος δεν αποδόθηκε απόψε

μια οποιαδήποτε γυναίκα η μητέρα μου

που το όνομά της είναι Βικτώρια

 

[ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΙΙΙ]  σελ. 93

τελευταίο ποίημα της συλλογής όπου η φωνή του ποιητή αρνείται να πεθάνει συμπληρώνοντας αυτά που είχε πει στην αρχή, στο ποίημα Ulysses / Circe: συνήθως τα ποιήματα σε τίποτε δεν χρησιμεύουν παρά μόνο ως αναχώματα… Η Ποίηση ωστόσο θα συνεχίζει να μιλά:

 

Να εξέπνεα εδώ, να εξέπνεες κι εσύ

σ’ αυτό το μικρό κομματάκι γης

να τελειώσουμε  με τα ζητήματα της ύπαρξης

……………………

Μπαίνουμε επιτέλους στην ανήλικη φάση του κινδύνου

η αριστερή κατάσταση του στήθους, Ιστορία

ο έρωτας απολιθώνει πολέμους, η αγωνία μας περιγελά

τα πάντα

 

Η φωνή αρνείται να πεθάνει

εκδικείται με μέλλον, ελλείψει βεβαιότητας

 

«Ο ποιητής είναι πάντα ένας Οιδίποδας που αποπειράται την επιστροφή στη μήτρα της μούσας του. Μόνο που ο Αλισάνογλου δεν συναντά εκεί παρά  μια πληγή και γι’ αυτό οι στίχοι του είναι αιμάτινοι. «Ανάμεσα στην τήξη και στην πήξη αναρριγεί ο χυμός της ψυχής», μας λέει ο Έλιοτ στα Τέσσερα Κουαρτέτα («Little Gidding»), και ο Αλισάνογλου στον Παιχνιδότοπο, ένα «τραύμα για 9 μήνες και 3 εποχές», στο πλαίσιο τού οραματισμού μιας ουτοπίας του πνεύματος, στήνει ένα παιχνίδι μεταξύ της διαχρονικότητας της λογοτεχνικής και πολιτιστικής του παρακαταθήκης και της μπερξονικής συγχρονικότητας της μνήμης όμοιας με εκείνο που κυοφορεί ο Έλιοτ στα Τραγούδια του Άριελ» (Ειρήνη Σταματοπούλου, Όταν ο Μπόρχες συνάντησε τον Έλιοτ) 

 

ΣΤΗ ΜΙΚΡΗ ΔΙΟΠΤΡΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Ο Παιχνιδότοπος του Γιώργου Αλισάνογλου, σ’ ένα πρώτο επίπεδο, μπορεί να είναι ένα παιχνίδι με τις λέξεις, στοιχείο που επισημαίνεται σ’ όλες σχεδόν τις δημοσιευμένες κριτικές,  η αποκωδικοποίηση όμως των συμβόλων του ποιήματος, δεν είναι ένα εύκολο παιχνίδι.  Πυκνά νοήματα και διάσπαρτα σύμβολα υποκρύπτουν προσωπικούς κώδικες του ποιητή που πρέπει να τους προσεγγίσει κανείς προσεκτικά για να φτάσει σε κάποια ερμηνεία των προθέσεων του.  Τα σημαινόμενα δεν είναι εύκολα αναγνωρίσιμα, σημειώνει η Ανδρονίκη Γωγοπούλου:  «Η ανάγνωση μετατρέπεται σε μια περιπλάνηση σε λεκτικούς χάρτες, απόρροια της ευρύτητας γνώσεων και εμπειριών του ποιητή, αλλά και εξαιρετικής συνδυαστικής ικανότητας. Αναπλάθει αλήθειες του ιστορικού γίγνεσθαι μέσα σε μια δική του πραγματικότητα και ξαναδίνονται στον αναγνώστη μέσα σε ένα ονειρικό - ποιητικό περιβάλλον…».  Κύριος άξονας γύρω από τον οποίο υφαίνεται η αφήγηση είναι «οι περιπλανήσεις του ποιητή στα σύγχρονα δράματα, σαν να ήταν αυτόπτης μάρτυρας, του δίνουν αφορμή να σχολιάσει με καυστικό τρόπο πολιτικές επιλογές».  Ένα παράδειγμα που επιβεβαιώνει την παραπάνω διαπίστωση είναι το ποίημα «Στη μικρή διόπτρα της Ιστορίας» (στην πρώτη ενότητα της συλλογής: Πόλεμος).  «Ο δρόμος των προσφύγων μεταμορφώνεται σε περιδέραιο - στραγγάλη, η Ευρώπη σε Κόμισσα Europa, οι επαίσχυντοι ηλεκτροφόροι φράχτες των διακρατικών συνόρων μετατρέπονται σε φωτοφράχτες, ο πολιτισμός βρίσκεται σε σκοτεινό Φθινόπωρο, η μνήμη άνοιξης παραπέμπει στο ταξίδι που δεν έχει επιστροφή. Εκπληκτική σε σύλληψη και τραγική ομορφιά η οδοιπορία των προσφύγων πάνω στα 2015 λεκιασμένα τριαντάφυλλα - μαργαριτάρια. Σε λίγους στίχους και μέσα από μια θαυμάσια αλληλουχία μεταφορών δίνεται το χρονικό του προσφυγικού. Ο ποιητής μεταποιεί την πραγματικότητα σε ποιητική γραφή μέσα από μια εξαιρετική πύκνωση του ποιητικού λόγου» (Ανδρονίκη Γωγοπούλου, Υπάρχει πάντα μια φυγή – Θευθ)

 

ΣΤΗ ΜΙΚΡΗ ΔΙΟΠΤΡΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ   (σελ. 47)

Μοιάζουν για άνθρωποι που μεταφέρουν σχοινί

Ψυχωμένοι μέσα στους υπονόμους της Ιστορίας

Περπατώντας πάνω στα 2015 λεκιασμένα τριαντάφυλλα- μαργαριτάρια.

Στο περιδέραιο - στραγγάλη της κόμισσας Europa

έτσι όπως ορθώνεται μαρμάρινη και ρημαγμένη στο φόντο του αττικού ουρανού.

Οι αυτόχειρες του φωτοφράχτη

Γύρω απ’ τα πόδια της  φύλλα σκοτεινά 

Γη τους η κλαδεμένη από κάθε καλό ελευθερία  

Τέφρες καπνοδόχοι κλάσμα σκοτεινό 

Φθινόπωρο στον πολιτισμό μα μνήμη άνοιξης μοιάζει να τους οδηγεί στον ουρανό

 

[7 λεύγες κάτω απ’ τη ρίμα του καιρού –

θαμμένοι εκεί όπου ανθίζει μια Αλεξάνδρεια του νου

-και όλοι οι νεκροί υποκλίνονται σ’ αυτό]

 

Δεν είναι τυχαίο που η  πρώτη ενότητα της συλλογής επιγράφεται ΠΟΛΕΜΟΣ. Ο Γιώργος Λίλλης σχολιάζει αυτό τον υπότιτλο: «Ο πόλεμος ξεκινά με την γέννα. Ο άνθρωπος αποβάλλεται από την θαλπωρή της μήτρας  και έρχεται αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Η ζωή είναι ένας πόλεμος με την φθορά, με την απώλεια, με τον ίδιο τον θάνατο. Η ιστορία για τον ποιητή ανήκει στον ίδιο τον άνθρωπο που παλεύει να προσδιοριστεί μέσα στο χάος. Διασχίζοντας νάρκες και συρματοπλέγματα, περιπλανώμενος από χώρες και πόλεις που έχουν στιγματιστεί από την βία, ο Αλισάνογλου ψάχνει την αιτία αυτής της καταστροφής. Η αθωότητά του συγκρούεται με τα άγρια ένστικτά των ανθρώπων που ενώ θα έπρεπε να σκορπίσουν ομορφιά εκείνοι σκόρπισαν θάνατο…»

 

ΜΝΗΜΗ ΚΑΙΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ:

(προβληματισμός του ποιητή πάνω στο πριν και το μετά)

Η Διώνη Δημητριάδου χαρακτηρίζει τον Παιχνιδότοπο του Γιώργου Αλισάνογλου περιστρεφόμενο ποίημα και θεωρεί καθοριστικό το δεύτερο μέρος του, τη Μνήμη,  όπου ο προβληματισμός του ποιητή πάνω στο πριν και το μετά της ζωής, στο τώρα των φαινομένων και στο πριν των αφανών μορφών τους κουρνιάζει ως ποίηση στο προσκεφάλι του, προς στιγμήν φτερουγίζει ολόκληρη έξω από αυτόν και ο βόμβος της, τελικά, σωπαίνει. Ο Ποιητής θυμάται, ονομάζει όλα όσα είδε και νιώθει τη μοναδική αυτή αλήθεια:

«είμαστε ολομόναχοι όταν είμαστε με την ποίηση αλλά η Ποίηση είναι η κατακτημένη γαλήνη…

Περάσαμε στην παγκόσμια ιστορία του μίσους μόνο με την αγάπη, ερωτευμένοι εις τους αιώνες, πιο μόνοι παρά ποτέ…

Επειδή η ζωή δεν είναι φτιαγμένη από τίποτε άλλο παρά μοναξιά.

Εμπρός, ξερίζωσε το ποίημα για να δεις από κάτω:

Οι θεές για τις οποίες μιλώ εξατμίζονται.

Ό,τι μένει από αυτές δεν είναι παρά ό,τι μένει από μένα – εκεί όπου η θλίψη μου βρίσκεται ήδη εκτός –πολύ μακριά απ’ τον εαυτό της»

 

[ΟΤΑΝ Η ΜΝΗΜΗ ΜΟΥ ΚΑΙΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ]   σελ. 65

Η μνήμη είναι ένα γενετήσιο σημάδι   Κινείται διαρκώς πίσω από τον ισημερινό του ματιού – κλείστρο που επιλεκτικά αφήνει να περνάει ο χρόνος ως ευκρινής και διφορούμενη εικόνα στο εσωτερικό τραύμα του μυαλού  Σταθερά και αδιάκοπα μεταφέρει τον έξω χώρο στην εσωτερικότητά μας έως ότου ο μέσα χώρος γίνει μεγαλύτερος από τον έξω  Η σάρκα ατροφεί τα κόκκαλα μικραίνουν   Στο τέλος τυφλώνει τα ενοχλητικά μάτια   Μέσα στο σκοτάδι η μνήμη επαναλαμβάνει το έργο της φύσης σαν τον ανάπηρο που ξέχασε πώς περπατάνε

 

Και η ανατροπή μέσω των λέξεων, σ’ αυτό το γόνιμο παιχνίδι αδιάκοπης κίνησης μέσα στο χρόνο ή αλλιώς πώς οι λέξεις παίζουν με νοήματα και ιδέες δίνοντας τα ίδια πράγματα από άλλη οπτική γωνία και αφήνοντας τον ποιητή και τον αναγνώστη της ποίησής του να θέσει τα ερωτήματα γύρω απ’ όλες αυτές τις φάσεις της Δημιουργίας, της Ποίησης, της Ιστορίας: «Προϋπάρχει, λοιπόν, η μνήμη ή γεννιέται μαζί με το πρώτο φως ζωής;  Γεννιέσαι με τα σημάδια της και - από αρχής γεννήσεως - ο χρόνος αποθηκεύει διαρκώς μέσα σου όλα αυτά τα νέα στοιχεία (γιατί ως νέα γίνονται αντιληπτά) μέχρι να μάθεις ξανά πώς περπατάνε ή η πρωτόγνωρη εντύπωση κάθε φορά εγκαθίσταται στο κέντρο του εγκεφάλου; Η φύση και η τέχνη, σε κάθε περίπτωση θα σε καθοδηγήσουν, δίνοντας τροφή σε μια νέα σκέψη πλάι στην παλιά. Σε ποια σχέση βρίσκονται η μία με την άλλη; Η μνήμη, γενεσιουργός δύναμη, άλλοτε τυφλώνει και άλλοτε φωτίζει τα μάτια, που μόνον ως θύρες επικοινωνίας ανάμεσα στον μέσα και στον έξω χώρο εκλαμβάνονται. Μια ποιητική εκδοχή πολύ ενδιαφέρουσα, δοκιμιακού χαρακτήρα, που ενισχύει τη θέση ότι συχνά η ποίηση διανοείται, αγγίζοντας την πιο πολύπλοκη αλλά και πιο πολύτιμη εκδοχή πεζού λόγου, αυτή του στοχαστικού δοκιμίου. Σκέφτομαι  πόσο γειτνιάζει έτσι κι αλλιώς η έννοια του παιχνιδιού με την πιο βαθιά εισχώρηση του ανθρώπου στη ουσία της ζωής. Και δεν εννοώ με αυτό μόνο την κοινότοπη αλήθεια για τη βαθμιαία και ομαλή κατανόηση των ουσιωδών κανόνων κοινωνικής ζωής που επιτυγχάνεται μέσω των παιχνιδιών – εύστοχων μικρογραφιών των κοινωνικών συμβάσεων. Περισσότερο εννοώ τη δύσκολη προσαρμογή με την αλήθεια της ζωής. Αυτή που υποδηλώνεται ακριβώς με αυτές τις συμβάσεις, και που απαιτεί ίσως την άλλη οπτική που οδηγεί στην υπέρβασή τους -κατά το δυνατόν- αλλά που ταυτόχρονα προσγειώνει στα καθ’ ημάς αναπόφευκτα μιας συμφωνημένης κοινής διαβίωσης. Στη μέση αυτού του ιδιότυπου πολέμου, αυτής της σκληρής σύγκρουσης, ο ποιητής και η ποιητική του πρόταση να παίζει συχνά εν ου παικτοίς και να δίνει τη δική του εκδοχή της γέννησης και της ύπαρξης…» (Διώνη Δημητριαδου)

 

[ΟΤΑΝ Η ΜΝΗΜΗ ΜΟΥ ΚΑΙΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ / παραλλαγή] σελ. 66

Η μνήμη είναι ένα επίκτητο σημάδι   Κινείται διαρκώς

μπροστά από τον ισημερινό του ματιού – κλείστρο που

επιλεκτικά αφήνει να περνάει ο χρόνος ως ευκρινής και διφορούμενη εικόνα στο εξωτερικό τραύμα του κόσμου  Σταθερά και αδιάκοπα μεταφέρει τον μέσα χώρο στην εξωτερικότητά μας έως ότου ο μέσα χώρος αφομοιωθεί από την ίδια του την απουσία   Η σάρκα τανύεται Τα κόκκαλα μεγαλώνουν αργά - αργά έξω απ’ το δέρμα   Στο τέλος φωτίζει

τα ενοχλητικά μάτια   Μέσα σε άπλετη φωταγωγία η μνήμη επαναλαμβάνει το έργο της τέχνης σαν τον ανάπηρο που σηκώθηκε να περπατήσει

 

ΤΕΛΙΚΑ ΚΑΤΙ ΜΕΝΕΙ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ: ΤΑ ΛΑΦΥΡΑ

Το τρίτο μέρος της συλλογής επιγράφεται ΛΑΦΥΡΑ. Στην προμετωπίδα της ενότητας ο ποιητής παραθέτει ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Κόρμακ ΜακΚάρθυ «Ο Δρόμος»: «Στις πλαγιές των λόφων παλιά σπαρτά νεκρά κι ισοπεδωμένα. Τα άγονα δένδρα στη ράχη γδαρμένα και μαύρα στη βροχή. Και τα όνειρα τόσο πλούσια σε χρώμα. Πώς αλλιώς να σε καλέσει ο θάνατος; Προχωρώντας το παγωμένο χάραμα σκόρπιζε ακαριαία στάχτη. Σαν κάποιες αρχαίες νωπογραφίες θαμμένες για αιώνες που άξαφνα εκτέθηκαν στο φως». Οι υπότιτλοι των ποιημάτων που περιέχονται σ’ αυτή την ενότητα ονομάζουν την ποιότητα των λαφύρων που κατακτώνται στη διάρκεια αυτής της διαδρομής. Είναι Λάφυρα Γαλήνης, Λάφυρα Άνοιξης, Λάφυρα Ύπαρξης, Αιωνιότητας, Ασωμάτων, Ονείρων, Μητέρας αλλά υπάρχει και το Λάφυρο Βράχος, το Λάφυρο Λήθης, Ερέβους, το Λάφυρο Βρέφος και το Λάφυρο Τραύμα, Ουλή. Όλα αυτά τα Λάφυρα υποδηλώνουν την προσπάθεια του ποιητή να τα κρατήσει ως παρακαταθήκη, ως πληρωμή για την πάλη του, γι’ αυτό και ορκίζεται να συνεχίσει να αγωνιά με το χέρι οπλισμένο λέξεις

 

[ΛΑΦΥΡΟ ΓΑΛΗΝΗΣ]   σελ. 71

Γαλήνη επικίνδυνη με άγγιξε, με απωθούσε ελαφρώς

σ’ ένα χώρο αναμονής μια οικειότητα, μια μοναξιά

Ήξερα ότι της όφειλα σεβασμό, σαφώς

Έπρεπε να σταθώ στο ύψος αυτής της ανίκητης σκέψης

Να είμαι μέσα μου, ό,τι εκείνη ήταν έξω μου

Μια συμφωνία αναμονής και οι τριγμοί της

μέχρι να εξουθενωθούμε και οι δύο

από αυτή τη γαλήνη

 

[ξαφνικά σμήνος κοκκινολαίμηδων

τινάζει τον αέρα το πρωί, σαν πυριτιδαποθήκη

Η γαλήνη δεν κατοικείται

Η φύση υπερέχει

 

[ΛΑΦΥΡΟ ΑΝΟΙΞΗΣ]   σελ. 72

Αυτή η ξαφνική ρωγμή στον ουρανό

η απειλητική εμφάνιση της φύσης

μ’ έσπρωχναν στην ευφυΐα

 

Το σώμα αδυνατεί να πει

ο πόθος διατρέχει τις κνήμες

η νύχτα αγαπά χωρίς λεπτομέρειες

 

Γυμνώνομαι με τρόπο θανάτου

ορκίζομαι να συνεχίσω να αγωνιώ

με το χέρι οπλισμένο λέξεις

 

[κι όμως, το ποίημα δεν είναι από λέξεις

είναι από διάστημα βουβό, καθώς χάνεται

στο βάθος αυτής της εικόνας

που έχει κιόλας αλλάξει σε άνοιξη]

 

ΚΑΙ ΗΠΙΑ ΜΑΥΡΟ ΓΑΛΑ ΤΗΣ ΑΥΓΗΣ ΞΑΝΑ ΓΙΑΤΙ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΜΕ, ΠΙΟ ΒΑΘΙΑ, ΣΤΟ ΦΤΕΡΟΚΟΠΗΜΑ:

Η «κυοφορία» του ποιητή διαρκεί από το καλοκαίρι μέχρι και τον χειμώνα και η γέννησή του διαδραματίζεται την άνοιξη. Ο ΠΟΛΕΜΟΣ, πρώτη ενότητα της συλλογής,  κατέχει τη μεγαλύτερη έκταση στο βιβλίο, με συνολικά 31 ποιήματα. Τα επόμενα δύο μέρη,  ΜΝΗΜΗ και ΛΑΦΥΡΑ, είναι περίπου ποσοτικά ισότιμα (11 και 13 αντίστοιχα ποιήματα).  Το τελευταίο μέρος όμως, ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ,  αποτελείται μόνο από τρία ποιήματα: Επίγραμμα Ι, Επίγραμμα ΙΙ και Επίγραμμα ΙΙΙ.  Το τελευταίο ωστόσο αυτό μέρος της συλλογής ενέχει, σύμφωνα με την άποψη της Σωτηρίας Καλασαρίδου, «μια ερμηνευτική δυναμική, που υπερβαίνει την αριθμητική του ισχνότητα, καθώς η φωνή του ποιητή, διηθημένη μέσα από τα δεινά, απελευθερώνει το ανεσταλμένο φορτίο ελπίδας, παρά την παθογένεια, τους πολιτισμικούς αταβισμούς, τον θάνατο». Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το παράθεμα από το βιβλίο Φιλόδημος, Τα Επιγράμματα, που επιλέγει ο ποιητής ως προμετωπίδα αυτής της ενότητας: «Μην κοιτάζεις τα φαγώσιμα που προσφέρθηκαν ως θυσία, ούτε καν να περάσεις από δίπλα. Καλύτερα δώσε μια δραχμή κι αγόρασε λουκάνικα. Με μια δραχμή παίρνεις κι ένα σύκο, κι αν περιμένεις λίγο, χίλια. Ο χρόνος είναι θεός για τους φτωχούς»

 

[ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΙΙ]   σελ. 92

Κοιμόμουν στο φλιτζάνι του καφέ  Ήμουν η μοίρα

στα χαρακώματα   Βούλιαζα με τα ψηλά κλαδιά μου

στου Φιλόδημου τα Επιγράμματα

Στον βάλτο βυθίζοντας τα μακριά πλευρά της

στα πλευρά μου οι δυνατοί μηροί της – ματωμένοι

ένα-ένα αραδιάζω τα ιδιώματά της κάτω απ’ τα γόνατά μου

 

Στης Στυμφαλίας τα νερά ό,τι είδα ήταν θαυμαστό

Τι ώμους και τι χέρια λεία προκλητικά και μαραμένα

Στο κέντρο της λίμνης η κοιλιά γυρνούσε πάλι

στης Κυδίλλης το τριχωτό ηβαίο το χλωρό

Κουλουριαζόταν πάνω μου   Της έσκιζα τα σωθικά με τα δικά μου

Με πλοκάμια σπασμένα αράδιαζα ένα-ένα τα θέλγητρά της

 

Λάφυρα πολέμου τα αγκάθια γύρω από τη στήλη,

που ’γιναν βιολέτες το πρωί

Το κορμί της, τρυφερό βλαστάρι

Ό,τι υπήρξε ήταν θαυμαστό

 

Οι ασύλληπτες μάχες του καλοκαιριού

Το γέλιο της, καθώς μεταμορφωνόταν σε μεταξοσκώληκα

 

ΓΕΝΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ/ αξιολόγηση (αποσπάσματα από τις δημοσιευμένες κριτικές):

Η ποιητική σύνθεση «Παιχνιδότοπος» του Γιώργου Αλισάνογλου είναι μια πορεία και μια κατάβαση. Μέσα από πόλεις, ανθρώπους, σκιές, σκιαμαχίες, πολέμους, προσφυγιά, εσωτερική περιδίνηση, γίνεται ένας αλιέας δονήσεων… Εν είδει αφηγητή, το παιδί αναλαμβάνει να μιλήσει για το τεμαχισμένο τοπίο του κόσμου του, για την μεγάλη στέπα που τα μάτια του καταγράφουν. Με μια ισοπέδωση, με ένα σπασμό, με μια μοχθηρή έκσταση, ο κόσμος συλλέγει τις ουλές του, τα πολεμικά του στίγματα. Η υποτροπική λάμψη των ανθρώπων που ζει μέσα στο παιδί και μετά πάλι δρόμος. Στο τρίτο μέρος το κάτοπτρο γυρίζει προς τα μέσα, είναι σαν η ταύτιση του παιδιού με τον ποιητή να είναι βαρύνουσας σημασίας. Σε αυτό, είναι οι λέξεις και η ακαταμάχητη ζωτικότητά τους που προσπαθούν να δώσουν ένα νόημα σε έναν κόσμο α-νόητο. Οι στίχοι μοιάζουν να είναι ο μετρονόμος του πόνου, όμως υπάρχει και η ενεργή προσήλωση στην επιβίωση, στη συνέχεια αυτού του πράγματος που λέγεται ποίηση, ενώ τριγύρω υπάρχει μόνο αποκτήνωση. Το τέταρτο μέρος, το πιο μικρό από όλα τα άλλα, είναι κάτι σαν έξοδος, μια εξόδιος ακολουθία. Το θνήσκον σώμα μπορεί να σωπάσει, η φωνή ποτέ. Εκδικείται με μέλλον, όπως γράφει ο Αλισάνογλου. Το τέλος των ανθρώπων θα είναι μια εικόνα, αλλά η φωνή θα μείνει. Το αντηχείο ενός κόσμου που πνίγεται στις λέξεις του…

[απόσπασμα από την κριτική του Διονύση Μαρίνου στο Fractal «Άνθρωπε ιδού ο κόσμος σου»]

 

Τα ποιήματα του Αλισάνογλου διέπονται συχνά από μια πηγαία κειμενικότητα, η οποία συχνά ίπταται πάνω από την εμπεδωμένη τεχνική αρτιότητα. Τόσο ο ρυθμός όσο και η μεταφορά, άλλοτε ελέγχουν κι άλλοτε αποδεσμεύουν τη «φυσικότητα» της εικόνας επιστρέφοντας στον ίδιο τους τον εαυτό, εκτελώντας μια κυκλική ή σπειροειδή κίνηση προς την ίδια τη γλώσσα. Έτσι, τα ποιήματα θέτουν το όποιο πραγματικό συμβαίνον εντός της γλώσσας, με αποτέλεσμα -έστω κι ως αξίωση- να μην παραπέμπουν σε οτιδήποτε εξω-γλωσσικό, αλλά να μας ωθούν σε χειρονομιακού τύπου, θα λέγαμε, αυτοαναφορικότητα. Στον Παιχνιδότοπο ο δημιουργός ανοίγεται επιπρόσθετα και στην ιστορία -αυτοσκηνοθετούμενος, υπηρετώντας πάντα το όραμά του- όπου και προσπαθεί να μεταποιήσει τη συγκυρία σε τέχνη… [απόσπασμα από την κριτική του Πέτρου Γκολίτση στην Εφημερίδα των Συντακτών «Κλιμακώσεις του Άλεκτου»

 

Ο  Αλισάνογλου με τον Παιχνιδότοπο έβαλε τον πήχη ψηλά. Την θεωρώ την πιο ώριμη συλλογή του. Ο σουρεαλισμός των προηγούμενων συλλογών έχει τιθασευτεί και περνά μέσα στο τωρινό έργο με τέτοιες δόσεις ώστε να μην γίνονται υπερβολικές. Οι στίχοι του μεστοί, ακριβοθώρητοι, με έντονη δραματικότητα δεν σε αφήνουν ανεπηρέαστο. Ταξίδεψα στον κόσμο του, ένιωσα την αγωνία του, ταυτίστηκα με τους φόβους του. Νομίζω η μεγαλύτερη επιτυχία ενός ποιητικού βιβλίου έγκειται στην αίσθηση που προκαλεί. Αν δυναμιτίζει τις αισθήσεις μας και μας προκαλεί να σκεφτούμε. Όταν τέλος αντικαθρεφτίζεται και ο δικός μας κόσμος μέσα στον κόσμο του ποιητή. Ο Παιχνιδότοπος αξίζει την προσοχή μας. Ένα βιβλίο που πραγματικά με συγκλόνισε με την αμεσότητά του… [απόσπασμα από την κριτική του Γιώργου Λίλλη στο Literature «Σοβαρό παιχνίδι με τις λέξεις]

 

Ο Αλισάνογλου είναι ένας ποιητής αφηγηματικός, σαν τον μεγάλο αργεντίνο δάσκαλό του, και ένας ποιητής ελεγειακός σύμφωνα με τον ορισμό που έδινε ο Σίλερ στον όρο, για τους δημιουργούς εκείνους για τους οποίους η λύπη εκπηγάζει από τον ενθουσιασμό που γέννησε το ιδεώδες.  Οραματιζόμενος μια ρήξη του ιστορικού συνεχούς, ως ένας προφήτης στραμμένος προς τα πίσω, ως πατροκτόνος και αιμομίκτης ποιητής είναι καταδικασμένος να βιώνει τις πιο δημιουργικές εκλάμψεις του μέσα στη μελαγχολική τυφλότητα της ιστορικής του καθυστέρησης…

[απόσπασμα από την κριτική της Ειρήνης Σταματοπούλου στον Αναγνώστη «Όταν ο Μπόρχες συνάντησε τον Έλιοτ»]

 

Είναι νευραλγικής σημασίας η χρήση των συμβόλων στο εν λόγω βιβλίο στον βαθμό που αυτά ισοπεδώνουν τις χρονικές διαφορές, ανασημασιοδοτούν την Ιστορία, την επικαιροποιούν, διαρρηγνύοντας τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τόπων και εποχών. Μυθικά πρόσωπα, όπως η Κίρκη, ο Οδυσσέας, η Πηνελόπη, η Ελένη, οι Δαναοί και οι Μυρμιδόνες, πρόσωπα ιστορικά, όπως η Μαρία Αντουανέτα και η Θηρεσία, αλλά και διαχρονικοί λογοτεχνικοί ήρωες, όπως η Οφηλία, ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα συνυπάρχουν σε ένα κάδρο, όπου το παρελθόν πολτοποιείται σε ένα αδιάρρηκτο παρόν και το παρόν αντιμετωπίζεται ως ένα μέλλον εις το διηνεκές με δυστοπικά κάποιες φορές φορτία… Η ποίηση αναζητεί και εντοπίζει το ιστορικό «είναι» στο ποιητικό «γίγνεσθαι» και η ταύτιση της ζωής με την τέχνη στην παρούσα συλλογή μπορεί να θεωρηθεί ως μια καίρια συμβολή στην αυτοναφορικότητα της ποίησης… [απόσπασμα από την κριτική της Σωτηρίας Καλασαρίδου στο Φρέαρ ]

 




ΠΡΙΝ ΗΤΑΝ ΠΛΗΓΗ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕ ΑΙΜΑ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕ ΡΟΗ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕ ΒΛΕΜΜΑ… που γέννησε φωνή που γέννησε τρέλα που γέννησε γη που γέννησε ψέμα που γέννησε φυγή που γέννησε ρέμα που γέννησε εποχή  όνειρο, κάποιου άλλου που έμοιαζε τόσο υπέροχα με το δικό σου τραύμα μακριά, τόσο κοντά, ο σκοτεινός ανοιχτός κόσμος που ήρθε νωρίς, που έχει τόσο αργήσει… Όνειρο η γυναίκα με τις κόκκινες αρτηρίες ο Δούναβης που θα έφερνε πίσω τον πατέρα η πτώση του Τείχους στα νυφικά σου τριαντάφυλλα  Όνειρο η ψυχή που άρχισε να φουσκώνει σαν μπαλόνι μέχρι που έκρυψε τον ήλιο   Όνειρο ότι θα ερχόμουν στον κόσμο από το αίμα των χεριών σου ο άνδρας που χάθηκε στα υδροφόρα θεμέλια δυο πολιτισμών το φάντασμα με το νυφικό που κρεμάστηκε στο Τείχος   Όνειρο το φως που γιγαντώθηκε πάνω από τα φτασμένα όρια κι έμεινε απόμακρο από τις εποχές να φωτίζει το τέλος της ιστορίας   Όνειρο ήταν η ανάσα σου πάνω στις μικρές ανοιξιάτικες νάρκες [ΠΡΙΝ ΗΤΑΝ ΠΛΗΓΗ και ΝΑΡΚΕΣ δυο ποιήματα από την πρώτη ενότητα της συλλογής του Γιώργου Αλισάνογλου ΠΑΙΧΝΙΔΟΤΟΠΟΣ εκδόσεις Σμίλη 2016 – παρακάτω ανθολογούνται ενδεικτικά ποιήματα και από τις τέσσερις ενότητες της ίδιας συλλογής: ΠΟΛΕΜΟΣ, ΜΝΗΜΗ ΛΑΘΥΡΑ, ΟΡΙΑ ΑΝΟΙΞΗΣ]

ΚΛΙΚ στο παραπάνω κείμενο που ανοίγει το αρχείο ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ και από τις τέσσερις ενότητες του ΠΑΙΧΝΙΔΟΤΟΠΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου